- •2. Ινδοευροπαϊκές γλώσσες.
- •3.Η Ελληνική είναι ινδοευρωπαική γλώσσα.
- •4.Ποιοί μιλούν ελληνικά.
- •5.Το προελληνικό υπόστρωμα.
- •Ιωνικη – Αττικη.
- •Κεντρικη.
- •10. Δυτικη.
- •Μακεδονικη.
- •11. Η γλώσσα της λογοτεχνίας.
- •12. Αττικισμός
- •13. Καθαρέυουσα
- •14. Η ελληνιστικη κοινη
- •15. Βυζαντινή Γλώσσα
- •16. Νεκ
- •17. Τα χαρακτηριστικά των νεοελληνικών διαλέκτων.
- •Ποντιακή διάλεκτος.
- •Νεοτερεσμοί του ποντιακού
- •18. Η Καππαδοκική διάλεκτος.
- •Λεξιλόγιο
- •19. Η Τσακωνική διάλεκτος.
- •20. Κατωιταλική διάλεκτος.
- •21. Τα νε ιδιώματα.
- •22. Το γλωσσικό ζήτημα
- •23. Η δομη τησ ελληνικησ γλωσσασ και η εξελιξη τησ
- •24. Ελληνική γραφή και ορθογραφία.
- •25. Το λεξιλογιο τησ ελληνικησ γλωσσασ
- •26. Η Κυπριακή: Διαλεκτος η Ιδίωμα
25. Το λεξιλογιο τησ ελληνικησ γλωσσασ
Το λεξιλόγιο της Ελληνικής αποτελεί αψευδή μάρτηρα της αδιάκοπης συνέχειας της ελληνικής γλώσσας και του ενιαίου χαρακτήρα. Κανείς Έλληνας ή ξένος δεν μπορεί να διακρίνει αν μια σύγχρονη ελληνική λέξη είναι αρχαία, βυζαντινή ή νεότερη ή αν χρησιμοποιείται συνεχώς από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
26. Η Κυπριακή: Διαλεκτος η Ιδίωμα
Το μόνο πρόβλημα είναι ότι η κυπριακή περιγράφεται ταυτόχρονα ως ιδίωμα ή ως διάλεκτος, συχνά μάλιστα από την πένα των ίδιων ερευνητών.
Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία τριάντα χρόνια συντελέστηκαν κοινωνικές, οικονομικές και δημογραφικές αλλαγές:
- μετακίνηση 200.000 ελληνοκύπριων προσφύγων από τις βόρειες προς τις νότιες περιοχές του νησιού. Η διάλυση αυτών των δικτύων και η ανάμειξη του πληθυσμού Έτσι, οι νεότερες γενιές των Κυπρίων, αυτοί που κατάγονται από πρόσφυγες γονείς και αυτοί των οποίων οι γονείς δεν αναγκάστηκαν να μετακινηθούν, εμφανίζονται σήμερα περισσότερο ομοιογενείς γλωσσικά από τις προηγούμενες γενιές.
-Кипр превратился из с\х страны в промышленную. Στα αστικά κέντρα συγκεντρωνόταν το 1994 το 68% περίπου του συνολικού πληθυσμού. Οι ομιλητές αυτοί έφεραν μαζί τους τις αγροτικές γλωσσικές ποικιλίες τους, οι οποίες ήρθαν τώρα σε επαφή με τις αστικές ποικιλίες.
-Η επέκταση της δημόσιας και υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Η εγκατάλειψη των τοπικών γλωσσικών στοιχείων, η γλωσσική ομοιογενοποίηση των νεότερων γενιών και οι πιέσεις που ασκεί η νόρμα είναι ορισμένα από τα χαρακτηριστικά που σημαδεύουν το κοινωνιογλωσσικό τοπίο της Κύπρου σήμερα.
Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι φωνολογικά (διατήρηση των διπλών συμφώνων), μορφολογικά (χρήση συνηρημένων ρηματικών τύπων: αγαπώ, τραγουδώ, αντί των τύπων που χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο στην κοινή νέα ελληνική, τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στη λογοτεχνία: αγαπάω, τραγουδάω, ή επίσης η διατήρηση της αύξησης στους ιστορικούς χρόνους) και λεξιλογικά (χρήση ιδιαίτερων λεξικών μονάδων). Διατηρεί επίσης στοιχεία που θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε συστημικά, δηλαδή στοιχεία που αντανακλούν την οργάνωση του διαλεκτικού συστήματος, όπως π.χ. η χρήση του αορίστου στη θέση του παρακειμένου και συχνά του υπερσυντελίκου (Καρυολαίμου 1992), καθώς και στοιχεία διαλεκτικής προσωδίας (τονισμός και περα από την προπαραλήγουσα).
-Ο παράγοντας χρήσης. Οι κύπριοι ομιλητές χρησιμοποιούν σχεδόν αποκλειστικά αυτήν την ενδιάμεση μορφή της κυπριακής.
- Ο θεσμικός παράγοντας. Αυτή η ενδιάμεση ποικιλία δεν είναι ούτε μέσο ούτε αντικείμενο διδασκαλίας και η χρήση της στην τάξη, τις περισσότερες φορές, επιτιμάται.
-Ο ψυχολογικός παράγοντας. υπάρχει ένα αίσθημα πίστης προς την κυπριακή, ως σύμβολο τοπικής ταυτότητας.
-Ο κοινωνικο-πολίτικός παράγοντας. Το γεγονός ότι το νησί συνιστά ανεξάρτητη πολιτική οντότητα δημιουργεί έναν κοινωνικο-πολιτικό χώρο de facto προορισμένο για τη χρήση της διαλέκτου εξηγεί την εξάπλωση της κυπριακής σε τομείς που προορίζονται συνήθως για τις υψηλές ποικιλίες.
27. Η ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
Η ελληνική γλώσσα κατέχει ξεχωριστή θέση ανάμεσα στις 2.700 γλώσσες τού κόσμου. Είναι μια κατεξοχήν καλλιεργημένη γλώσσα, αφού σμιλεύθηκε επί 30 και πλέον αιώνες στην έκφραση λεπτών εννοιών τής φιλοσοφίας και της επιστήμης, αδρών εννοιών τού πολιτικού λόγου και των πολιτειακών θεσμών, σύνθετων εννοιών τού ευαγγελικού λόγου και της πατερικής θεολογίας, καθώς και βαθιών στοχαστικών εννοιών τού αρχαίου δράματος, της πεζογραφίας και της ποίησης.
Την οικουμενικότητα τής ελληνικής γλώσσας μπορεί κανείς να τη συλλάβει διττά:
α) αξιολογικά τα ανεπανάληπτα σε σύλληψη, πρωτοτυπία, βάθος και πλούτο ιδεών κείμενα των μεγάλων Ελλήνων στοχαστών είναι φυσικό να επέδρασαν και καθαρώς γλωσσικά, μια που οι ιδέες έχουν ως όχημα τις λέξεις.
β) ιστορικά η Ελληνική, στη μετακλασική περίοδο με τον Αλέξανδρο, υπήρξε η πρώτη παγκόσμια γλώσσα, γλώσσα των συναλλαγών πολλών λαών και συγχρόνως γλώσσα πολιτισμική.
Υπάρχει, όμως, και μια τρίτη διάσταση τού οικουμενικού χαρακτήρα τής ελληνικής γλώσσας: το γεγονός ότι οι Έλληνες υπήρξαν οι ίδιοι οι πρώτοι μελετητές τής Ελληνικής και, γενικότερα, της ανθρώπινης γλώσσας σε συνδυασμό με το ότι η ανάλυση τής ελληνικής γλώσσας από τους αρχαίους γραμματικούς και φιλοσόφους απετέλεσε (μέσω τής Λατινικής) τη βάση τής ανάλυσης όλων των μετέπειτα γλωσσών. Η ελληνική γλώσσα μέσα από τη σχολική-παραδοσιακή γραμματική και μέσα από την Παιδεία (ιδίως από τους χρόνους τής Αναγέννησης) απέκτησε τη φήμη τής κατεξοχήν καλλιεργημένης γλώσσας, γλώσσας με υψηλό επικοινωνιακό γόητρο και κύρος.
Στη ελληνική γλώσσα έχουμε προφορική παράδοση τουλάχιστον 4.000 χρόνων και γραπτή παράδοση 3.500 ετών.
Αντίθετα προς άλλες γνωστές αρχαίες γλώσσες, όπως η αρχαία Αιγυπτιακή ή η Σουμεριακή, οι οποίες χάθηκαν ως γλώσσες νωρίς, η Ελληνική διατηρείται πάνω από 40 αιώνες τώρα ως ζωντανή στην εξέλιξή της γλώσσα.
Σε σχέση και με αυτές ακόμη τις εξαιρετικές περιπτώσεις γλωσσών, η Ελληνική αποτελεί μοναδικό παράδειγμα γλώσσας με αδιάσπαστη ιστορική συνέχεια και με τέτοια δομική και λεξιλογική συνοχή, που να επιτρέπει να μιλούμε για μια ενιαία ελληνική γλώσσα από την αρχαιότητα έως σήμερα Αυτό σημαίνει ότι:Στην Ελληνική, λέξεις όπως ουρανός, θάλασσα, γη, γλώσσα, παιδεία, ελευθερία, αδελφός, φίλος, αγαπώ, βλέπω, επιθυμώ, καλός, κακός, νέος, επειδή, όταν, εάν, εγώ, συ, αυτός, τότε, αύριο, ναι, ούτε, και, ότι, πως κ.λπ. δεν είναι ούτε αρχαίες ούτε βυζαντινές ούτε νέες. Τις χρησιμοποιούν οι Έλληνες (με την ίδια ή και με διαφορετική σημασία, με τον ίδιο ή και παρηλλαγμένο τύπο) πολλούς αιώνες τώρα σε μια χρήση που πολύ εύστοχα χαρακτηρίζεται ως διαχρονική.