Добавил:
Upload Опубликованный материал нарушает ваши авторские права? Сообщите нам.
Вуз: Предмет: Файл:
kratko_istoria_yazyka.docx
Скачиваний:
22
Добавлен:
16.03.2016
Размер:
72.22 Кб
Скачать

17. Τα χαρακτηριστικά των νεοελληνικών διαλέκτων.

Διάλεκτος ονόμαζαν την γλωσσική μορφή που μιλιέται σε μια περιοχή και διαφέρεται σημαντικά από την κοινή γλώσσα.

Ιδίωμα ονόμαζαν την γλωσσική μορφή ενός τόπου που δε διαφέρει πολύ από τη κοινή γλώσσα. Σήμερα διάλεκτο ονομάζουν συνήθως ένα ιδίωμα με μεγάλη έκταση (Κυπριακή, Ποντιακή)

2)Χρονολόγηση: τα νέα ελληνικά ιδιώματα γενιούνται κατά την Βυζαντινή εποχή όταν αποσπόνται από το κράτος, επαρχίες (νότιας Ιταλίας, Καππαδοκίας, Εύξυνου Πόντου, Κύπρου) ιδίως μετά την τέταρτη σταυροφορία (13 αι.). Στα χρόνια της τουρκοκρατίας τα ιδιώματα διαφοροποιούνται πιο πολύ από έλλειψη επικοινωνίας και έντονης οικονομικής ζωής.

3)Σχέση των ελληνικών με τις αρχαίες διαλέκτους. Υπήρχε η άποψη ότι όλες οι νεοελληνικές διάλεκτοι εκτός από την Τσακωνική (που προέρχεται από την αρχαία λακονική δωρική) κατάγονται από την ελληνιστική κοινή διαμέσω της βυζαντινής.

4)Κατάταξη των διαλέκτων. Με βάση τη διατήρηση του τελικού «ν», οι ΝΕ διάλεκτοι μπορούν να καταταχθούν σε 2 ομάδες:

· σε δυτικές που αποβάλλουν το τελικό «ν». Π.χ. το παιδί

· σε ανατολικές που το διατηρούν. Π.χ. το παιδίν; ή το προσφέρουν – χώμαν

Δυτική ομάδα: εδώ ανήκουν πελοπονησσιακά, τα στερεο-ελλαδυτικά, ηπειροτικά, εφτανησιατικά, τα θεσαλικά, τα μακεδονικά, τα θρακικά, κυκλαδό-κρητικά και κατωιταλικά.

Ανατολική ομάδα: τα δωδεκανησιακά και άλλα (Χίου, Ικαρίες), τα κυπριακά και τα μικρασιαστικά δηλαδή τα καππαδοκικά και ποντιακά.

Ποντιακή διάλεκτος.

Η διάλεκτος που μιλιόταν στον Πόντο (σε 800 συνολικά πόλεις, χωριά και οικισμόυς) ως το 1922 προέρχεται από τη ελληνιστική Κοινή, που στην περιοχή αυτή είχε ιωνικό υπόστρωμα. Η διάλεκτος διαφέρει πολύ από τη κοινή Νεοελληνική: έχει αρχαϊκη προφορά, φθόγγους σπάνιους, ιδιότυπα συντακτικά φαινόμενα (που πολλά οφείλονται στην τουρκική επίδραση) και πολλές ιδιωματικές (μερικές αρχαϊκότερες, όπως: έγκεν: έφερε, ποίσον: κάνε, τ'εμόν: το δικό μου, καλλίον: καλύτερο), αλλά και τουρκικές λέξεις. Αρχαϊσμοί (αυτί – ωτίν, δύναμη - κράτος)

  • η διατήρηση της αρχαίας προφοράς "ι" ως "ε", κλέφτης - κλέφτες, νήφη - νήφε

  • η διατήρηση του "ο" εκεί που πρέπει να είναι "ου". Π.χ. ζουμή - ζωμήν, ρουθούνι - ρωθώνι

  • αλλαγή του τόνου. Π.χ. καρδιά - καρδία, κοιλιά - κοιλία, παιδιά - παιδία

  • η διατήρηση του τελικού "ν". Π.χ. ζωμήν

  • το σύμπλεγμα "σπ" αντί "σφ". Π.χ. σφίγγω - σπίγγω

  • τα θυλικά επίθετα σε "-ος". Π.χ. η άλλαλος, η άνοστος, έμορφος, έγκυος

  • αόριστος της προστακτικής σε "-ον". Π.χ. κόψον, σβήσον, ράψον

  • αόριστος παθιτικής σε "θα". Π.χ. αγάπεθα

  • ανέβασμα του τόνου των κύριων ονομάτων. Π.χ. Μαρία - Μάρια, Νικόλα - Νίκολα

Νεοτερεσμοί του ποντιακού

  • συναίρεση του "ια" σε "ε", "ιο" σε "ο"

  • η τροπή του "χ" σε παχύ "ш". Π.χ. ευχή - ευχή (эвши)

  • αφομείωση του "τ" από το προηγούμενο "σ". Π.χ. στο χωριό - στο χωριό (во втором случае "т" не читается)

  • η απέκταση του τελικού "ν". Π.χ. νέος - νέον, άνθρωπος - άνθρωπον

  • ο σχηματισμός των θυλικών σε "-εσσα". Π.χ. μικρέσσα

  • η υποκοριστική κατάληξη "-οπον". Π.χ. πουλόπον

Соседние файлы в предмете [НЕСОРТИРОВАННОЕ]