Добавил:
Upload Опубликованный материал нарушает ваши авторские права? Сообщите нам.
Вуз: Предмет: Файл:

Плотин. - Четвертая эннеада. - 2004

.pdf
Скачиваний:
75
Добавлен:
23.02.2015
Размер:
21.14 Mб
Скачать

230 Плотин. Эннеады. Трактат IV. 4 (28)

δυναμενοις αμα πάντα. Σεμνόν γαρ τι και ή ψυχή <η τοιαύτη, οίον κύκλος προσαρμοττων κεντρω εύΒνς μετά κεντρον αυξηθείς, διάστημα (ώιάστατον ούτω γαρ έχει έκαστα. Ει δε ταγα&ον τις κατά κεντρον τάξειε, τον νουν κατά κύκλον ακίνητον, ψυχην δε κατά κύκλον κινούμενον αν τάξειε, κινούμενον δε τη εφεσει. Νους γαρ εύ$υς και έχει και περιείληφεν, η δε ψυχή του επεκεινα οντος εφίεται. Ή δε του παντός σφαίρα την ψυχην εκείνως εφιεμλνην έχουσα $ πεφυκεν εφίεσ$αι κινείται. Ώεφυκε δε у σώμα του ου εστίν εξω εφίεσ$αι· τούτο δε περπττύξασ$αι και περιελ^ειν πάντη εαυτώ. Και κύκλφ αρα.

17. *Αλλά πώς ού και εν ημίν ούτως ai νοήσεις α\ της ψυχής και οι λόγοι, αλλ' ενταύθα εν χρόνφ και το ύστερον και ai ζητήσεις ώδί; ^Αρχ οτι πολλά α άρχει και κινείται, και ούχ εν κρατεί; Ή και οτι άλλο και άλλο προς την χρείαν και προς το παρόν ούχ ώρισμενον εν αύτώ, αλλά προς το άλλο αεί και άλλο εξω* οΒ'εν άλλο το βούλευμα και προς καιρόν, οτε η χρεία παρεστι και συμβεβηκεν εξω&εν τουτί, είτα τουτί. Kai γαρ τφ πολλά αρχειν ανάγκη πολλάς και τάς φαντασίας είναι και επίκτητους Kai καινός άλλου αλλφ και εμποδίους τοις αύτοΰ εκάστου κινημασι και ενεργημασιν. "Οταν γαρ το επιΒνμ/ητικόν κινηΒη, ηλ^εν *η φαντασία τούτου οίον αϊσ&ησις άποηγελτικτ) και μ/ηνυτικη του πό&ους απαιτούσα συνεπεσ&αι και εκπορίζειν το επι^υμούμενον το δε εξάνάγκης εν άπόρφ συνεπόμενον και πορίζον *η και άντιτεΐνον γίνεται. Και ό Βνμός δε εις αμυναν παρακαλών τα αυτά ποιεί κινηθείς, και ai του σώματος χρεϊαι και τα πάΒ'Τ) άλλα ποιεί και άλλα δοξάζειν και <η άγνοια δε τών αγαθών, και το μ/η εχειν ο

ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΑΠΟΡΙΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ 231

τι είπη πάντη αγομένη, και εκ του μίγματος τούτων άλλα. Αλλ4 ει και το βελτιστον αύτο άλλα δοξάζει; 'Ή του κοινού η απορία και η άλλοδοξίαεκ δε του βέλτιστου ο λόγος ο όρδός εις το κοινον δοθείς τφ [ασθενής] είναι εν τφ μίγματι, ου τη αύτοΰ φύσει ασθενής, αλλ* οίον εν πολλφ θορυβώ εκκλησίας ό άριστος των συμβούλων ειπών ου κρατεί, αλλ* οι χείρονες των $ορυβούντων και βοώντων, 6 δε κόβηται ήσυχη ούδεν δυνηθείς, ηττηθείς δε τφ θορυβώ των χειρόνων. Κα/ εστίν εν μεν τφ φαυλοτάτφ άνδρϊ το κοινον και εκ πάντων ο άνθρωπος κατά πολιτείαν τινά φαύλην εν δε τφ μέσω, (ως) εν η πόλει καν χρηστόν τι κρατησειε δημοτικής πολιτείας ούκ ακράτου ούσης* εν δε τφ βελτίονι άριστοκρατικον το της ζωής φεύγοντος ηδη το κοινον του άνθρωπου και τοίς άμείνοσι δίδοντοςεν δε τω άρίστφ, τφ χωρίζοντι, εν το άρχον, και παρά τούτου εις τά άλλα η τάξις* οίον διττής πόλεως ούσης, της μλν άνω, της δε των κάτω, χατα τά άνω κοσμουμ&νης. Αλλ' οτι γε εν τη του παντός φυχβ το εν και ταύτόν και ομοίως, εν δε τοίς άλλοις άλλως, και ΪΓ α, εϊρηται. Ταί/τα μεν οΰν ταύτ^.

18. Περί δε του ει εφ' εαυτού τι έχει το σώμα κα\ παρούσης ζη της φυχης έχον ηδη τι Ίδιον, η ο έχει η φύσις εστί, και τοΰτό εστί το προσομιλουν τφ σώματι η φύσις. Ή καί αυτό το σώμα, εν φ και φυχη και φύσις, ού τοιούτον είναι δεί, οίον το άφυχον και oîov ό ονηρ ό πεφωτισμένος, αλλ' oîov ό τε^ερμασμενος, και εστί το σώμα του ζώου και του φυτού δε oîov σκιάν φυχης έχοντα, καί το άλγείν καί το ηδεσ$αι δε τό^ς του σώματος ηδονάς περί το τοιόνδε σώμα εστίν ημίν δε η τούτου αλγηδών καί η τοιαύτη ηδονή εις γνώσιν άπαΒη έρχεται. Λέγω δε ημίν τη αΚλη

232 Плотин. Эннеады. Трактат IV. 4 (28)

ψυχή, ατε και τον τοιοΰδε σώματος ουκ αλλότριου, άλλλ ημών οντοςδιό και μέλει ημίν αυτού ως ημών όντος. Ούτε γαρ τοΰτό εσμεν ημείς, ούτε καθαροί τούτου ημείς, άλλα εξήρτηται και ίκκρεμαται ημών, ημείς δε κατά το κύριον, ημών δε άλλως όμως τούτο. Δ/ο και ηδομενου και άλγοΰντος μέλει, και οσω ασθενέστεροι μάλλον, και οσψ εαυτούς μ/η χωρίζομεν, αλλά τούτο ημών το τιμιώτατον και τον ανθρωπον τιθέμενα και οίον είσδυόμεθα εις αυτό. Χρη γαρ τα πά£η τα τοιαύτα μή ψυχής όλως είναι λέγειν, αλλά σώματος τοιοΰδε καί τίνος κοινού και συναμφοτέρου. "Οταν γαρ εν τι η, αύτω οίον αυταρκες εστίν. Οίον σώμα μόνον τι αν πό&οι αψυχον ον; διαιρούμενόν τε γαρ ουκ αυτό, αλλ" η εν αύτω ενωσις. Φυχή τε μόνη ούδε τούτο [ούδε το διαιρείσθαι], και ούτως έχουσα εκφεύγει παν. Όταν δε δύο ε&ελη εν είναι, επακτώ χρησόψ,ενα τω εν εν τω ούκ εάσθαι είναι εν την γενεσιν εικότως του αλγειν έχει. Αεγω δε δύο ούκ, ει δύο στόματα· μία γαρ φύσιςάλλη όταν αλλ% φύσις άλλη ε$ελη κοινωνεϊν και γένει αλλω, καί τι το χείρον λαβή παρά του κρείττονος, καί εκείνο μεν μ/η δυνηΒή λαβείν, εκείνου δε τι ϊχνος, καί ούτω γενηται δύο καί εν μεταξύ γενόμενον του τε ο ην και του ό μή εδυνηΒη ϊχειν, απορίαν εγεννησεν αύτω επίκηρον κοινωνίαν και ού βεβαιαν ειληχός, αλλ" εις τα εναντία αεί φερομλνην. Κάτω τε ουν καί ανω αιωρούμενον φερόμενον μεν κάτω απηγγειλε την αύτοΰ όλγηδόνα, προς δε τον ανω την εφεσιν της κοινωνίας.

19. Ύοΰτο δη το λεγόμενον ηδονην τε είναι καί άλγηδόνα, είναι μεν όλγηδόνα γνώσιν απαγωγής σώματος ινδάλματος ψυχής στερισκομενου, ηδονην δε γνώσιν ζώου

ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΑΠΟΡΙΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ

233

Ινδάλματος φυχης εν σώματι εναρμωζομενου πάλιν αύ. Εκεί μεν οΰν το πά£ος, η δε γνώσις της αισθητικής ψυχής εν τή γειτονιφ αισ$ανομεντης και άπαγγειλάσης τω εις ο λήγουσιν αί αισθήσεις. Κα/ ήλγύνθη μεν εκείνο* λέγω δε το «ήλγύνθη» το «πεπονθεν εκείνο» · οίον εν τη τομ/fj τεμνο­ μένου του σώματος ή μεν διαίρεσις κατά τον ογκον, ή δ* αγανάκτησις κατά τον ογκον τω μή μόνον ογκον, άλλα και τοιόνδε ογκον είναι* εκεΐδε και ή φλεγμονή9 ησθετο δε ή φυχη παραλαβουσα τω εφεξής οίον κεϊσθαι. ΐΐασα δε ησθετο το εκεί πάθος ουκ αύτη παρούσα. Αισθανομενη γάρ πάσα εκεί λέγει το πό&ος είναι, ου ή πληγή και ή οδύνη. Ε/ δ" ην αύτη παρούσα εν παντι όλη τω σώματι ούσα, ούκ αν εϊπεν ούδ" αν εμιηνυσεν ότι εκεί, άΧΚ επαθεν αν την όδύνην πάσα και ώδυνηθη όλη, και ούκ αν εϊπεν ούδε εδηλωσεν ότι εκεί, άλλα όπου εστίν εϊπεν αν εκεί* εστί δε πανταχού. Νυν δε 6 δάκτυλος αλγεΐ, και 6 άνθρωπος αλγεΐ, ότι 6 δάκτυλος 6 του άνθρωπου. Τον δε δάκτυλον ο άνθρωπος λέγεται αλγειν, ώσπερ και ο γλαυκός άνθρωπος κατά το εν όφθαλμω γλαυκόν. Έκεΐνο μεν ούν το πεπονιάς αλγεΐ, ει μιη τις το «αλγεΐ» μετά της εφεξής αισθησεως περιλαμβάνον περιλαμβάνων δε δηλονότι τούτο σημαίνει, ώς οδύνη μετά του μή λαβείν την όδύνην την αίσθησιν. 'Αλλ' ούν την αϊσθησιν αύτην ούκ όδύνην λεκτεον, αλλά γνώσιν οδύνης* γνώσιν δε ούσαν άπαθη είναι, \'να γνώ και ύγιώς άπαγγείλη. ΥΙεπονθώς γάρ άγγελος σχολάζων τω πό&ει η ούκ απαγγέλλει, η ούχ υγιής άγγελος.

20. Κα/ τών σωματικών δε επιθυμιών την ό^ρχην εκ του ούτω κοινού και της τοιαύτης σωματικής φύσεως άχο- λουθον τίθεσθαι γίνεσθαι. Ούτε γαρ τω όπωσοΰν εχοντι

234 Плотин. Эннеады. Трактат IV. 4 (28)

σώματι δοτέον την αρχήν της ορέξεως και προθυμίας, ούτε τη φυχΰ αύτη αλμυρών η γλυκέων ζητησιν, άλλα ο σώμα μεν εστίν, εθελε/ δε μνη μόνον σώμα είναι, αλλά και κινήσεις εκτησατο πλέον η αύτη, και επί πολλά διά την έπίκτησιν ηνάγκασται τρέπεσ&αι· διο ούτωσι μεν έχον αλμυρών, ούτωσΐ δε γλυκέων, και ύγραίνεσ^αι και 3-ερμαίνεσ$αι, ουδέν αύτω μελησαν, ει μόνον ην. "Ωσπερ δε έκείέκ της οδύνης έγίνετο ηγνώσις, και άπάγειν έκ του ποιοΰντος το πά&ος η φυχη βουλομένη έποίει την φυγην, και του πρώτου παθόντος διδάσκοντος τούτο φεύγοντας πως και αύτου εν τη συστολή, ούτω και ενταύθα η μεν αίσδησις μαδούσα και η φυχη η εγγύς, ην δη φύσιν φαμέν την δοΰσαν το ίχνος, η μεν φύσις την τρανην έπιΒνμίαν τέλος ουσαν της άρξοψ,ένης εν έκείνφ, η δ" αϊσΒησις την φαντασίαν, αφ" ης ηδη η πορίζει η φυχη, ηςτο πορίζειν, η αντιτείνει και καρτερεί και ού προσέχει ούτε τψ αρξαντι της επιθυμίας, ούτε τφ μετά ταύτα έπιτε$υμτηκότι. 'Αλλα δια τι δύο επιθυμίας, αλΧ ούκ εκείνο είναι το επιθυμούν μόνον το σώμα το τοιόνδε; Ή ει εστίν έτερον η φύσις, έτερον δε το σώμα το τοιόνδε παρά της φύσεως γενόμενον εστί γαρ η φύσις προ του το τοιόνδε σώμα γενέσθαι, αυτή γαρ ποιεί το τοιόνδε σώμα πλάττουσα και μορφουσα ανάγκη μ/η^τε αρχειν αύτην της έπιΒνμία,ς, άλλα τό τοιόνδε σώμα το πεπονιάς ταδι και άλγυνόμενον τών εναντίων η πάσχει εφιέμενον, ηδονής έκ του πονειν και πληρώσεως έκ της ένδειας* την δέ φύσιν ως μητέρα, ώσπερ στοχαζομένην τών του πεπον%τος βουλημάτων, διορ^οΰν τε πειρασ- $αι και έπανάγειν εις αύτην και ζητησιν του άκεσομένου ποιουμένην συνάφασ$αι τη ζητήσει τη του πεπον^ότος

ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΑΠΟΡΙΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ 235

επι&υμίφ και την περάτωσιν απ' εκείνου προς αυτήν ηκειν. "Ωστε το μεν επι^υμείν εξαύτοΰ είποι αν τις προεπιδυμίαν 'ίσως και προΒνμίαν την δε εξ άλλοι; και δι άλλου επι- $νμεΐν, την δε ποριζομενην η щ αλλην είναι.

21. "Οτ/ δε τούτο εστί, περί ο η άρχη της επιθυμίας, και α/ ηλικίαι μαρτυροΰσιν ai διάφοροι. "Αλλα/ γαρ παίδων και μειρακίων και ανδρών α/ σωματικαι ύγιαινόντων τε και νοσούντων του επιΒνμ^τικοΰ του αυτού οντοςδηλον γαρ ότι τφ σωματικόν και σώμα τοιόνδε είναι τρεπόμενον παντοίας τροπας παντοδαπας και τας επιθυμίας Ί'σχει. Και το μ/rç συνεγείρεσαι δε πανταχού ταΐς λεγομεναις προΒνμίαις την πασαν επι%μίαν, εις τέλος της σωματικής μενούσης, και προ του τον λογισμον είναι μ/rç βούλεσ^αι η φαγείν η πιειν επί τι προελ&οΰσαν την επι$νμίαν λέγει, όσον ην εν τω τοιωδε σώματι, την δε φύσιν μπ\ συναφασ^αι αυτήν μηδέ προ&εσ$αι μνηδε βούλεσ$αι, ώσπερ ούδε κατά φύσιν εχούσης, αγειν εις φύσιν, ώς αν αύτην τω παρά φύσιν και κατά φύσιν επιστατουσαν. Ε/ δε τις προς το πρότεροι/ λεγοι άρκείν το σώμα διάφορον γινόμενον διαφόρους τω επι$νμ/ητικφ τας επιΒνμίας ποιείν, ουκ αί/ταρκες· λέγει προς το άλλου παθόντος άλλως αυτό υπέρ άλλοι; διαφόρους επιθυμίας εχειν, οπότε ούδ" αύτω γίνεται το ποριζόμενον. Ου γαρ δη τω επι$νμνητικώ η τροφή η &ερμότης και ύγρότης ούδε κίνησις ούδε κούφισις κενουμένου ούδε πληρωσις μεστουμενου, αλλ" εκείνου πάντα.

22. Έπ/ δε τών φυτών άρα άλλο μεν το οίον εναπηχη^εν τοις σώμασιν αυτών, άλλο δε το χορήγησαν, ο δη επ&υμ/ηττικόν μεν εν ημίν, εν εκείνοις δε φυτικόν, η εν

236 Плотин. Эннеады. Трактат IV. 4 (28)

μεν τη γη τούτο ψυχής εν αυτή ούσης, εν δε τοίς φυτόϊς το άπό τούτου; Τ^ητησειε δ* αν τις πρότερον, τις ψυχή εν τη γη, πότερα εκ της σ-φα/ρα^ του παντός, ην και μονην δοκει ψύχουν πρώτως Πλάτων οίον ελλαμι///ν εις την γην, ή πάλιν αυ λέγων πρώτην και πρεσβυτάτην 3εών των εντός ουρανού και αύτη δίδωσι ψυχήν οιαν και τοίς αστροιςπώς γαρ αν θεός εϊη, ει μή εκείνην εχοι; 'Ώστε συμβαίνει και το πράγμα όπως έχει εξευρείν δύσκολον, και με/ζω άπορίαν ή ούκ ελάττω εξ ων εϊρηκεν 6 Πλάτων γίνεσ$αι. 'Αλλα πρότερον, πώς αν ευλόγως εχειν το πράγμα δόξειε. Την μεν οΰν φυτικην ψυχήν ώς έχει η γη, εκ των φυομενων εξ αύτης αν τις τεκμαίροιτοει δε και ζώα πολλά εκ γης γινόμενα όραται, διά τί ού και ζώον αν τις είποι αύτην είναι; Ζώον δε τοσούτον ουσαν και ού σμικράν μόϊραν του παντός δια τί ού και νουν εχειν ψησειε και ούτω 3εόν είναι; Ε/'περ δε και των άστρων εκαστον, δια τί ού και την γην ζώον μέρος του παντός ζώου ουσαν; Ού γαρ δη έξωθεν μεν συνεχεσ$αι υπό ψυχής αλλότριας φατεον, ένδον δε μή εχειν ώς ού δυνάμενης και αυτής εχειν οικείαν. Δ/α τί γαρ τα μεν πύρινα δύναται, το δε γηινον ου; Σώμα γαρ εκάτερον και ούκ Ινες ούδε εκεί ούδε σάρκες ούδ" αίμα ούδε υγρό ν καίτοι η γη ποικιλώτερον και εκ πάντων των σωμάτων. Ε/ δ" οτι δυσκίνητον, τούτο προς το μή κινεΐσ^αι εκ τόπου λεγοι τις αν. 'Αλλα το αισ^άνεσ^αι πώς; ΥΙώς γαρ και τα άστρα; Ού γαρ δη ούδε σαρκών τό αισ$άνεσ$αι, ούδ" όλως σώμα δοτεον τη ψυχή, ίνα α/σθάνο/το, άλλα τω σώματι δοτεον ψυχήν, /να η και σωζοιτο τό σώμα9 κριτική δε ουση τη ψυχή ύπαρχε/ βλεπούση εις σώμα και των τούτου παθημάτων την κρίσιν ποιείσ^αι. Τ/να ούν <τά)

ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΑΠΟΡΙΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ

237

παθήματα γης, και τίνων ai κρίσεις; Έπε/ και τα φυτά, καθόσον γης, ουκ αισθάνεται. Τίνων οΰν αισθήσεις και δ/α τίνων; ου τολψ/ητεον και άνευ οργάνων γίνεσθαι αισθήσεις; Και εις τίνα δε χρείαν το αισθάνεσθαι αύτη; Ου γαρ δή δια το γινώσκειν αρκεί γάρ ή του φρονειν Ίσως γνώσις, οΐς μη εκ του αισθάνεσθαι γίνεται τις χρεία. τούτο μεν ουκ αν τις συγχωρησειεν. "Εστί γάρ και παρά την χρείαν εν τοις αισθητοίς εϊδησίς τις ουκ άμουσος, οίον ήλιου και των άλλων και ουρανού και γης* αί γάρ τούτων αισθήσεις και παρ" αυτών ηδεία/. Ύοΰτο μεν οΰν σκεπτεον ύστερον νυν δε πάλιν, ει ai αισθήσεις τη γη, και [ζώων] τίνων ai αισθήσεις, και πώς. Ή άναγκαΐον πρότερον άναλαβείν τά άπορηθεντα και καθόλου λαβείν, ει άνευ οργάνων εστίν αισθάνεσθαι, και εί προς χρείαν ai αισθήσεις, καν ει άλλο τι παρά την χρείαν γίγνοιτο.

23. Δε?&η θεσθαι, ως το αισθάνεσθαι τών αισθητών εστί τή φυ%η ή τω ζωω άντίληφις τήν προσοΰσαν τοις σώμασι ποιότητα συνιείσης και τά εί'δτ? αυτών άπο- ματτομενης. Ή τοίνυν μόνη εφ" έαιη-ης άντιλήφεται, ή μετ άλλου. Μόνη μεν οΰν και εφ" έαι/τί}? πώς; Έφή εαυτής γαρ τών εν αύτη, και μόνον νότησις· ει δε και άλλων, δε?πρότερον και ταί/τα εσχηκεναι ήτοι όμοιωθεισαν ή τω όμοιωθεντι συνουσαν. Ομοιωθήναι μεν οΰν εφ" εαυτής μενουσαν ούχ oîov τε. Υίώς γάρ αν ομοιωθείς σ*ημεϊον γραμμή; Έπε/ ούδ" ή νοητή τή αίσθηση αν γραμμ/η εφαρμόσειεν, ουδέ το VOTJTOV πίΐρ ή άνθρωπος τω αίσθη^τώ πυρ/ ή άνθρώπω. Έπεί ούδ" ή φύσις ή ποιούσα τον άνθρωπον τω γενομενφ άνθροχπω εις ταύτόν. Αλλα μόνη, καν ει οΐόν τε τω αισθητώ επιβάλλειν, τελευτήσει εις

238 Плотин. Эннеады. Трактат IV. 4 (28)

νοητού σύνεσιν, εκφυγόντος του αισθητού αύτην, ουκ εχούσης οτφ αυτού λάβοιτο. Έπει και το ορατον όταν φυχη πόρρωθεν ορςί, καν οτι μάλιστα είδος εις αύτην ηκη, άρχόμενον το προς αύτην οίον αμερες ον λήγει εις το υποκειμενον χρώμα και σχήμα, όσον εστίν εκεί ορώσης. Ου τοίνυν δεί μονά ταί/τα είναι, το εξω και την φυχην επει ούδ" αν πάθοι* άλλα δεί το πεισόμενον τρίτον είναι, τούτο δε εστί το την μορψην δεξόμενον. Συμπαγές άρα και ομοιοπα&ες δείείναι και ύλης μιας και το μεν παθείν, το δε γνώναι, και τοιούτον γενέσθαι το πάθ-ος, οίον σψζειν μεν τι του πεποιηκότος, μ/η μεντοι ταυτον είναι, αλλά ατε μεταξύ του πεποιηκοτος και ψυχής ον, το πά$ος εχειν μεταξύ αισθητού και νοητού κεχμενον μλσον άνάλογον, συνάπτον πως τα άκρα άλληλοις, δεκτικον άμα και άπαγγελτικον υπάρχον, επιτηδειον όμοιωθηναι εκατερφ. "Οργανον γαρ ον γνώσεως τίνος ούτε ταυτον δει τφ γινώσκοντι είναι ούτε τω γνωσθησομενφ, επιτηδειον δε εκατερφ όμοιωθηναι, τω μεν εξω δια του παθ'είν, τφ δε είσω διά του το πάθΌς αυτού είδος γενέσθαι. Εί δη τι νυν υγιές λεγομ^ν, δι" οργάνων δει σωματικών τάς αισθήσεις γίνεσθαι. Και γαρ τούτο άκολουθον τω την ψυχην πάντη σώματος εξω γενομλνην μιηδενος αντιλαμβάνεσαι αισθη­ τού. Το δε όργανον δεί η παν το σώμα, η μέρος τι προς έργον τι άφωρισμΑνον είναι, οίον επί άψης και όψεως. Κα/ τά τεχνητά δε τών οργάνων ϊδοι τις αν μεταξύ τών κρι νόντων και τών κρινόμενων γινόμενα και άπα/γγελλοντα τω κρίνοντι την τών υποκείμενων Ιδιότητα* ο γάρ κανών τω εύθεϊτφ εν τη ψυχή και τω εν τω ξύλφ συναψάμ&νος εν τω μεταξύ τεθείς το κρίνειν τω τεχνίτη το τεχνητον

ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΑΠΟΡΙΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ 239

εδωκεν. Ει δε συνάπτειν δείτό κριθησόμ^νον τφ όργάνφ, η και διά τίνος μεταξύ διεστηκότος πόρρω του αισθητού, οίον ει πόρρω τό πίρ της σαρκός του μεταξύ μ/ηδέν παθόν­ τος, η οίον ει κενόν τι είη μεταξύ οφεως και χρώματος, δυνατόν οραν του οργάνου τη δυνάμει παρόντος, έτερου λόγου. 'Αλλ* οτι φυχης εν σώματι και διά σώματος η αισθησις, δη?&ν.

24. Τό δε ει της χρείας μόνον η αίσθησις, ώδε σκεπτέον. Ε/ δη φυχβ μεν μόνη ουκ αν αίσθησις γίνοιτο, μετά δε σώματος ai αισθήσεις, διά σώμα αν είη, έξουπερ και αϊ αισθήσεις, και διά την σώματος κοινωνίαν δοθείσα, και 'ήτοι εξ ανάγκης επακολουθούσα ο τι γάρ πάσχει το σώμα, και φθάνει το πα&ος μείζον ον μέχρι ψυχής η και μεμ^ηχάνηται, όπως και πριν μείζον γενέσθαι το ποιούν, ώστε και φθείραι, η και πριν πλησίον γενέσθαι, φυλάξασθαι. Ε/ δη τούτο, προς χρείαν αν εΐεν ai αισθήσεις. Kai γάρ ει και προς γνώσιν, τφ μ/rç έν γνώσει όντι αλλ' άμαθαίνοντι διά συμφοράν, και Ίνα άναμνησθη διά ληθην, ου τω μ/ητε έν χρείφ μήτε έν λήθη. 'Αλλ' ει τούτο, ου περί της γης αν μόνον είη σκοπεΐσθαι, αλλά καί περί άστρων απάντων καί μάλιστα περί παντός του ουρανού και του κόσμου. Μέρεσι μέν γάρ προς μέρη, οίς και το παθείν υπάρχει, γένοιτο αν αίσθησις κατά τον παθόντα λόγον, ολφ δε προς αυτό τις αν είη άπαθώς εχοντι πανταχη εαυ­ τού προς εαυτόν; Και γάρ ει δεί τό μέν όργανον του αισθανομένου είναι, έτερον δέ παρά τό όργανον τό ου αισθάνεται υπάρχειν, τό δέ πάν όλον εστίν, ουκ άν είη αύτω τό μέν δι* ου, τό δέ ου η αίσθησιςαλλά συναίσθησιν μέν αύτοΰ, ώσπερ καί ημείς ημών συναισθανόμεθα,